Η Νεανική Ιδιοπαθής Αρθρίτιδα είναι νόσημα της παιδικής ηλικίας.
Προσβάλλει παιδιά ηλικίας ως 16 ετών.
Ο όρος «ρευματοειδής» που χρησιμοποιούσαμε παλιότερα έχει σήμερα αντικατασταθεί από τον όρο «Νεανική Ιδιοπαθής Αρθρίτιδα», δηλαδή αρθρίτιδα άγνωστης αιτιολογίας.
Η Νεανική Ιδιοπαθής Αρθρίτιδα είναι ένα από τα συχνότερα χρόνια νοσήματα της παιδικής ηλικίας. Προσβάλλει συχνότερα τα κορίτσια με αναλογία 2:1 σε σχέση με τα αγόρια. Η συχνότητα στον παιδικό πληθυσμό κυμαίνεται από 1 ως 4 περιπτώσεις ανά 1.000 παιδιά.
Η διάγνωση της Νεανικής Ιδιοπαθούς Αρθρίτιδας διαφεύγει συχνά, ιδιαίτερα στα αρχικά στάδια της νόσου, λόγω αφενός της αδυναμίας του ασθενή να περιγράψει τα συμπτώματά του και αφετέρου της φτωχής συνεργασίας του κατά την εξέταση. Επιπλέον, η απουσία ειδικών διαγνωστικών εξετάσεων αλλά και ο μεγάλος αριθμός άλλων νοσημάτων που επηρεάζουν το μυοσκελετικό σύστημα στα παιδιά δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο την έγκαιρη διάγνωση. Η αναγνώριση της νόσου και η γρήγορη έναρξη της θεραπείας προϋποθέτει εκτίμηση από κλινικό με γνώσεις και εμπειρία. Η παρακολούθηση και η αντιμετώπιση παιδιών με αυτά τα νοσήματα αποτελεί αντικείμενο της Παιδορευματολογίας.
Η Νεανική Ιδιοπαθής Αρθρίτιδα περιλαμβάνει ένα φάσμα νοσημάτων με επτά τύπους αρθρικής νόσου.
Η ταξινόμηση των ασθενών σε κάποιον από τους τύπους αυτούς γίνεται με βάση το οικογενειακό ιστορικό, την παρουσία συστηματικών εκδηλώσεων, δηλαδή την εμφάνιση πυρετού, εξανθήματος, διόγκωση ήπατος, σπληνός, τον αριθμό και το είδος των προσβεβλημένων αρθρώσεων καθώς και ορισμένα εργαστηριακά ευρήματα όπως η παρουσία στον ορό του αίματος ρευματοειδών παραγόντων. Η ταξινόμηση αυτή τείνει σήμερα να αναθεωρηθεί. Αν και η αιτιολογία της νόσου παραμένει άγνωστη, γενετικοί, περιβαλλοντικοί και ορμονικοί παράγοντες φαίνεται να παίζουν σημαντικό ρόλο. Ο πόνος στα παιδιά δεν αποτελεί σταθερό εύρημα στην εκδήλωση της νόσου. Συχνά όμως παρατηρείται «πρωινή δυσκαμψία», δυσχέρεια δηλαδή στην κίνηση των αρθρώσεων κατά το πρωινό ξύπνημα που βελτιώνεται στην διάρκεια της ημέρας.
Με βάση τον αριθμό των προσβεβλημένων αρθρώσεων διακρίνουμε:
α) την μοναρθρίτιδα όταν προσβάλλεται μια άρθρωση,
β) την ολιγαρθρίτιδα όταν προσβάλλονται μέχρι και τέσσερις αρθρώσεις και
γ) την πολυαρθρίτιδα όταν συμμετέχουν πέντε ή περισσότερες αρθρώσεις.
Η ολιγαρθρίτιδα αποτελεί την συχνότερη μορφή της νόσου, μια και αφορά το 50% των περιπτώσεων Νεανικής Ιδιοπαθούς Αρθρίτιδας.
Είναι νόσημα της παιδικής ηλικίας.
Εμφανίζεται κυρίως σε κορίτσια ηλικίας 1 – 3 ετών και προσβάλλει συνήθως τα γόνατα και τις ποδοκνημικές αρθρώσεις. Οι ασθενείς παρουσιάζουν σχετικά ανώδυνη διόγκωση της άρθρωσης. Αρκετά συχνά όμως, μπορεί να εμφανίσουν και προσβολή των ματιών. Πρόκειται για φλεγμονή του πρόσθιου τμήματος του ματιού που ονομάζεται ιριδοκυκλίτιδα. Είναι συνήθως ασυμπτωματική και απαιτεί θεραπεία και τακτικό έλεγχο από οφθαλμίατρο.
Άλλη μορφή της νόσου είναι η πολυαρθρίτιδα. Είναι συχνότερη στα κορίτσια και παρατηρείται στις ηλικίες 2-5 και 10-14 ετών. Η προσβολή των αρθρώσεων είναι συνήθως συμμετρική. Αρκετές από αυτές τις περιπτώσεις της δεύτερης ηλικιακής ομάδας μπορεί να παρουσιάζουν στον ορό του αίματος ρευματοειδείς παράγοντες. Στο 70% των ασθενών αυτών εμφανίζονται διαβρώσεις αν η νόσος δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα και σωστά.
Τέλος, μια μορφή Νεανικής Ιδιοπαθούς Αρθρίτιδας είναι και η ψωριασική αρθρίτιδα. Πρόκειται για συνύπαρξη αρθρίτιδας και ψωρίασης. Οι δερματικές εκδηλώσεις παρουσιάζονται συνήθως στους αγκώνες και τα γόνατα. Εντούτοις δεν είναι πάντα τόσο εμφανείς και χρειάζεται να αναζητηθούν στο τριχωτό της κεφαλής, στον ομφαλό, στην περιγεννητική περιοχή και τα νύχια. Στις μισές των περιπτώσεων ψωριασικής αρθρίτιδας οι εκδηλώσεις από τα δέρμα μπορεί να καθυστερήσουν και δύο ή και περισσότερα χρόνια.
Σήμερα υπάρχουν πολλές ασφαλείς και αποτελεσματικές θεραπείες για την Νεανική Ιδιοπαθή Αρθρίτιδα.
Η θεραπευτική αντιμετώπισή της περιλαμβάνει την έγχυση κορτιζόνης τοπικά στην άρθρωση, ιδιαίτερα στην ολιγοαρθρική μορφή, αλλά και την συστηματική χορήγηση «τροποποιητικών φαρμάκων». Φαρμάκων δηλαδή που παρεμβαίνουν, τροποποιώντας την πορεία της ίδιας της νόσου. Κύριο εκπρόσωπο αποτελεί η μεθοτρεξάτη. Χορηγείται ως χάπι ή σε ενέσιμη μορφή, υποδόρια. Νεότερα επίσης φάρμακα που περιλαμβάνονται στην θεραπευτική μας φαρέτρα είναι οι «βιολογικοί παράγοντες». Πρόκειται για ουσίες που ανταγωνίζονται παράγοντες της φλεγμονής, όπως ο παράγοντας νέκρωσης του όγκου, TNF, και οι ιντερλευκίνες. «Οι βιολογικοί παράγοντες», όταν κρίνονται απαραίτητοι, προσφέρουν σημαντικά στην αντιμετώπιση της νόσου και προλαμβάνουν σοβαρές για τα παιδιά επιπλοκές, άμεσες αλλά και απώτερες.
Συνοψίζοντας, αξίζει να επισημάνουμε ότι η δυσκολία στην διάγνωση της Νεανικής Ιδιοπαθούς Αρθρίτιδας, αλλά και η σημασία της έγκαιρης θεραπείας καθιστούν απαραίτητη την εκτίμηση από ειδικό, κάθε παιδιού με προβλήματα από τις αρθρώσεις.
Η συνεργασία δε, παιδιάτρου και παιδορευματολόγου μόνο ωφέλιμη μπορεί να είναι για τον μικρό ασθενή.